το παπαγαλοψαρο (ΣΑΒΒΑΣ)Το συγκεκριμένο είδος ψαριού ζει στον Ινδικό και στον Νότιο Ειρηνικό ωκεανό και ήρθε στα μέρη μας πιθανόν μέσω της διώρυγας του Σουέζ. Τα παπαγολάψαρα έχουν μήκος από 30 έως 150 εκ. και είναι πολύχρωμα ψάρια, με χρώματα που διαφέρουν ανάλογα με την ηλικία και το φύλο. Πρόκειται για ψάρια των κοραλλιογενών υφάλων των θερμών θαλασσών, όπου ζουν τρώγοντας τους πολύποδες των κοραλλιών.
Έχω ψαρέψει ένα Παπαγαλόψαρο μαζί με τον μπαμπά μου στην Ολυμπιάδα, όμως το άφησα να ζήσει και το το ξαναέριξα στο νερό. |
κρακεν (στογιαν)
Το Κράκεν είναι μυθικό κεφαλόποδο πλάσμα/τέρας της θάλασσας και ανήκει στους Σκανδιναβικούς θρύλους. Σύμφωνα με νορβηγικές ιστορίες, το Κράκεν κατοικεί στις ακτές της Νορβηγίας και της Γροιλανδίας και τρομοκρατεί όσους ναυτικούς τύχει να περάσουν απο κοντά του
Οι αρχές λένε ότι ο μύθος μάλλον ήρθε με τα χρόνια από την θέαση γιγαντιαίων καλαμαριών που μπορούν να φτάσουν εως και 15 μέτρα (50 πόδια) μάκρος.
Το Κράκεν έχει περιγραφεί με διάφορους τρόπους, κυρίως ως μεγάλο πλάσμα που μοιάζει με χταπόδι, και συχνά υποστηρίζεται ότι το Κράκεν που αναφέρει ο επίσκοπος Pontoppidan μπορεί να βασίστηκε στις αναφορές των ναυτικών για γιγαντιαία καλαμάρια.
Στις πρώτες περιγραφές, όμως, τα πλάσματα περιγράφηκαν ότι έμοιαζαν περισσότερο με καβούρια παρά χταπόδια, και γενικά διέθεταν χαρακτηριστικά που σχετίζονται με μεγάλες φάλαινες και όχι με γιγαντιαία καλαμάρια.
Κατά τα λεγόμενα «μαρτύρων» κάποια από τα σημάδια το ότι το Κράκεν είναι αληθινό είναι οι υποθαλάσσιες ηφαιστειακές δραστηριότητες, φυσαλίδες που έρχονται από τον βυθό στην επιφάνεια του νερού, ξαφνικά και επικίνδυνα ρεύματα και η εμφάνιση νέων βραχονησίδων.
Οι αρχές λένε ότι ο μύθος μάλλον ήρθε με τα χρόνια από την θέαση γιγαντιαίων καλαμαριών που μπορούν να φτάσουν εως και 15 μέτρα (50 πόδια) μάκρος.
Το Κράκεν έχει περιγραφεί με διάφορους τρόπους, κυρίως ως μεγάλο πλάσμα που μοιάζει με χταπόδι, και συχνά υποστηρίζεται ότι το Κράκεν που αναφέρει ο επίσκοπος Pontoppidan μπορεί να βασίστηκε στις αναφορές των ναυτικών για γιγαντιαία καλαμάρια.
Στις πρώτες περιγραφές, όμως, τα πλάσματα περιγράφηκαν ότι έμοιαζαν περισσότερο με καβούρια παρά χταπόδια, και γενικά διέθεταν χαρακτηριστικά που σχετίζονται με μεγάλες φάλαινες και όχι με γιγαντιαία καλαμάρια.
Κατά τα λεγόμενα «μαρτύρων» κάποια από τα σημάδια το ότι το Κράκεν είναι αληθινό είναι οι υποθαλάσσιες ηφαιστειακές δραστηριότητες, φυσαλίδες που έρχονται από τον βυθό στην επιφάνεια του νερού, ξαφνικά και επικίνδυνα ρεύματα και η εμφάνιση νέων βραχονησίδων.
καρχαριασ (ραφαηλ)
Ο καρχαρίας είναι ψάρι συγκενικό με τα σκυλόψαρα, γαλέους κ.ά. Έχουν χόνδρινο σκελετό, μεγάλο κεφάλι, μεγάλα δόντια, σώμα επίμηκες, υδροδυναμικό, ισχυρή ουρά, με συνήθως ετερόκερκο ουραίο πτερύγιο, δέρμα τραχύ (καστανό στη ράχη και καστανόλευκο στην κοιλιά) καλυμμένο από «πλακοειδή λέπια» (δερματικά δόντια). Πρόκειται για ταχύτατους και άριστους κολυμβητές, αδηφάγα, σαρκοβόρα ψάρια. Επίσης οι περισσότεροι καρχαρίες είναι ωοζωοτόκα ζώα.
Η ονομασία καρχαρίας προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό "κάρχαρον" (= πριόνι), λόγω σχήματος και διάταξης των δοντιών του.
Οι καρχαρίες έχουν περίπου 440 είδη με μέγεθος από 20 εκατοστά μέχρι 15 μέτρα (φαλαινοκαρχαρίας). Ζουν κυρίως στις κρυες θάλασσες, αλλά μπορεί να τους συναντήσει κανείς σπάνια και σε μεγάλους ποταμούς.
Πολλά γνωστά είδη όπως ο λευκός καρχαρίας, ο καρχαρίας τίγρης, ο γλαυκοκαρχαρίας, ο καρχαρίας μάκο και ο σφυροκέφαλος είναι κορυφαίοι κυνηγοί. Ωστόσο, παρά το θαυμασμό που προκαλούν στον άνθρωπο, συχνά κινδυνεύουν από δραστηριότητές του, όπως το ψάρεμα.
Η ονομασία καρχαρίας προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό "κάρχαρον" (= πριόνι), λόγω σχήματος και διάταξης των δοντιών του.
Οι καρχαρίες έχουν περίπου 440 είδη με μέγεθος από 20 εκατοστά μέχρι 15 μέτρα (φαλαινοκαρχαρίας). Ζουν κυρίως στις κρυες θάλασσες, αλλά μπορεί να τους συναντήσει κανείς σπάνια και σε μεγάλους ποταμούς.
Πολλά γνωστά είδη όπως ο λευκός καρχαρίας, ο καρχαρίας τίγρης, ο γλαυκοκαρχαρίας, ο καρχαρίας μάκο και ο σφυροκέφαλος είναι κορυφαίοι κυνηγοί. Ωστόσο, παρά το θαυμασμό που προκαλούν στον άνθρωπο, συχνά κινδυνεύουν από δραστηριότητές του, όπως το ψάρεμα.
η φαλαινα (γιαννησ)
Στην Ελλάδα ζεί το δεύτερο μεγαλύτερο ζώο του κόσμου, η πτεροφάλαινα είναι ο «αγαθός και γρήγορος» κάτοικος της Μεσογείου και κολυμπάει ανάμεσά μας, με ταχύτητες που αγγίζουν τα 37 χλμ/ώρα.
Με καρδιά στο μέγεθος ενός μικρού αυτοκινήτου, βάρος που μπορεί να φτάσει τους 75 τόνους και προσδόκιμο ζωής τα 100 χρόνια, η εντυπωσιακή πτεροφάλαινα είναι η μοναδική φάλαινα που έχει σταθερή παρουσία στα ελληνικά νερά.
Το χρώμα της είναι γκρι (είτε σκούρο είτε πιο ανοικτό) ενώ η κοιλιά της είναι άσπρη. Τρέφεται με ένα είδος ζωοπλαγκτόν, το κριλ, που μοιάζει με μικρές καραβίδες. Όπως όλες οι φάλαινες, έτσι και η πτεροφάλαινα περνά από τη φάση αναπαραγωγής στη φάση διατροφής. Οι πτεροφάλαινες της Μεσογείου όμως, σε αντίθεση με τις φάλαινες παγκοσμίως, παραμένουν όλο το χρόνο στα νερά της Μεσογείου ενώ κατά τους καλοκαιρινούς μήνες για λόγους διατροφής τις βρίσκουμε στη θάλασσα της Λιγουρίας (μεταξύ Ιταλίας και Γαλλίας).
Στην Ελλάδα, δεν έχουμε ακριβή στοιχεία για τον πληθυσμό τους. Αυτό όμως που γνωρίζουμε είναι ότι εντοπίζονται σταθερά στα ανοιχτά του Ιονίου Πελάγους, αν και περιστασιακά πλησιάζουν και κοντά στις ακτές.
Με καρδιά στο μέγεθος ενός μικρού αυτοκινήτου, βάρος που μπορεί να φτάσει τους 75 τόνους και προσδόκιμο ζωής τα 100 χρόνια, η εντυπωσιακή πτεροφάλαινα είναι η μοναδική φάλαινα που έχει σταθερή παρουσία στα ελληνικά νερά.
Το χρώμα της είναι γκρι (είτε σκούρο είτε πιο ανοικτό) ενώ η κοιλιά της είναι άσπρη. Τρέφεται με ένα είδος ζωοπλαγκτόν, το κριλ, που μοιάζει με μικρές καραβίδες. Όπως όλες οι φάλαινες, έτσι και η πτεροφάλαινα περνά από τη φάση αναπαραγωγής στη φάση διατροφής. Οι πτεροφάλαινες της Μεσογείου όμως, σε αντίθεση με τις φάλαινες παγκοσμίως, παραμένουν όλο το χρόνο στα νερά της Μεσογείου ενώ κατά τους καλοκαιρινούς μήνες για λόγους διατροφής τις βρίσκουμε στη θάλασσα της Λιγουρίας (μεταξύ Ιταλίας και Γαλλίας).
Στην Ελλάδα, δεν έχουμε ακριβή στοιχεία για τον πληθυσμό τους. Αυτό όμως που γνωρίζουμε είναι ότι εντοπίζονται σταθερά στα ανοιχτά του Ιονίου Πελάγους, αν και περιστασιακά πλησιάζουν και κοντά στις ακτές.